υποσκήνιο

υποσκήνιο
το / ὑποσκήνιον, ΝΜΑ
(στην αρχαιότητα) α) ο κάτω από το πρόσθιο μέρος τής σκηνής τοίχος
β) το μεταξύ τού προσκηνίου και τής ορχήστρας μέρος τής σκηνής θεάτρου
νεοελλ.
ο κάτω από την σκηνή χώρος τού θεάτρου.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ὑπ(ο)-* + σκηνή + κατάλ. -ιο(ν), πρβλ. παρα-σκήν-ιο(ν)].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • υποσκήνιο — το ο χώρος κάτω από τη σκηνή του θεάτρου …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • θέατρο — Σκηνική παράσταση, λυρικό έργο, επιθεώρηση, χορογραφικό θέαμα· θ. ονομάζεται επίσης το σύνολο των θεατρικών έργων ενός συγγραφέα (π.χ. το θ. του Ίψεν). Ο όρος όμως δραματικό θ. δηλώνει αποκλειστικά το θεατρικό είδος που παρουσιάζει ένα γεγονός… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”